🇬🇷 el de 🇩🇪

τη βγάζω καθαρή

  • γλυτώνω την τιμωρία, δεν με συλλαμβάνουν, δεν με πιάνουν στα πράσα, δεν με τιμωρούν
  • δεν πεθαίνω, δεν αρρωσταίνω, δεν μου μένει κουσούρι, δεν αποκτώ μόνιμη (-ες) σωματική βλάβη
ausstrecken
Wiktionary Links